Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Among Ravens (2014)

Μαύρα κοράκια, άσπρα κοράκια

Υπέροχα κινηματογραφημένη (από τον τηλεοπτικό Darren Genet) οικογενειακή τραγικωμωδία με αφηγήτρια τη μικρή Joey (Johnny Sequoyah), η οποία ετοιμάζεται να περάσει τις καλοκαιρινές της διακοπές στο παραθαλάσσιο εξοχικό του πατριού της, μαζί με τα χιαστί ζευγάρια των βιολογικών (Russell Friedenberg και Amy Smart) και θετών (Joshua Leonard και Natalie Imbruglia) της γονιών και διάφορους συγγενείς και φίλους της προσκολλήσεως. Όταν ο νεαρός θείος της Jay (Christopher Pinkalla) καταφθάνει απροειδοποίητα και τους "παρκάρει" τον όμορφο, ιδιόρρυθμο ντοκιμαντερίστα φίλο του, Chad (Will McCormack), η Joey βρίσκει έναν "ουρανοκατέβατο" σύμμαχο και όλοι οι υπόλοιποι... τον μπελά τους. Πανταχού παρών με τη φορητή του κάμερα, ο Chad μαγνητοσκοπεί ανελλιπώς όχι μόνο τη φύση (κυρίως τα πουλιά, με τα οποία έχει εμμονή, όπως άλλωστε και η Joey), αλλά - συχνά εν αγνοία τους - και τα μέλη της ετερόκλητης παρέας που συνυπάρχουν μόνο κατά συνθήκην, μόλις και μετά βίας κρατώντας τις ραγισμένες ισορροπίες των σχέσεών τους... Αν ο σεναριογράφος (μαζί με τον "εναλλακτικό" μικρομηκά Randy Redroad), σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής του φιλμ Russell Friedenberg (Ibid, Wind Walkers) δεν αμφιταλαντευόταν τόσο απροκάλυπτα ανάμεσα σε ένα εκσυγχρονισμένο remake του Birdy, μια κάθετη αντιστροφή του παζολινικού Θεωρήματος και τη σχεδόν μεταφυσική εκδοχή ενός υβριδίου Μεγάλης Ανατριχίλας και Οικογενειακής Γιορτής, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν ίσως τόσο χαώδες και μετέωρο δραματουργικά - με τις θαυμάσιες ερμηνείες να το υποβαστάζουν το κατά δύναμιν, χωρίς όμως να το διασώζουν. Η εικονογράφηση της κατανόησης και της αγνής τρυφερότητας μεταξύ του πρόωρα ωριμασμένου παιδιού και του αφοπλιστικά απροσάρμοστου και αθώου ενήλικα μέσα σ' ένα κοπάδι από ανθρωπόμορφα "κοράκια", αιμοσταγή και αλλοτριωμένα από τη διαρκή υποκρισία της κοινωνικά αποδεκτής τους υπόστασης, δίνει καλοδεχούμενες ανάσες ποίησης και ευαισθησίας στην πλοκή, που προς το τέλος δυστυχώς καταρρέει όπως και κάθε "πολιτισμένη" μάσκα, επίφαση και (αυτ)απάτη των προσώπων της. Το Μικρό Μεγάλο Βιβλίο των Πουλιών που χαρίζει στην Joey ο Chad υπάρχει στην πραγματικότητα, αλλά δεν ξέρω αν τα αποσπάσματα που ακούγονται στην ταινία προέρχονται όντως από αυτό.

Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

The Suicide Theory (2014)

Απέθαντοι αυτόχειρες & ιδανικοί δολοφόνοι

"Είστε πολύ τυχερός που ζείτε". Φράση την οποία έχει βαρεθεί να ακούει ο Percival Wells (Leon Cain) ύστερα από κάθε του προσπάθεια να εγκαταλείψει το μάταιο τούτο κόσμο, καθώς ξυπνά μπανταρισμένος και διασωληνωμένος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Μαρτύριο δίχως τέλος για τον έναν από τους δυο (αντι)ήρωες της Θεωρίας Αυτοκτονίας και ίσως η ενδόμυχη ελπίδα του ή φαντασίωση - η μη επίγνωση και αποδοχή, στο βάθος, του τελεσίδικου της επικείμενης πράξης του (ως και ο δικός μας εμβληματικός Ιδανικός Αυτόχειρ, σε σημείο της "αποχαιρετιστήριας" επιστολής του που προφανώς έχει περάσει ως τώρα απαρατήρητο - ή τουλάχιστον ασχολίαστο - από τους μελετητές, αναφέρει πως θα 'θελε να περιγράψει κάποτε την εμπειρία της πρώτης του αποτυχημένης απόπειρας). Ο άλλος, ο Steven Ray (ο εργατικότατος Ελληνοαυστραλός Steve Mouzakis), που με εντολή του ίδιου του Wells αναλαμβάνει να τον απαλλάξει απ' την ανένδοτη ζωή του, έκπληκτος συνειδητοποιεί πως ακόμα και τρεις σφαίρες εξ επαφής στον κρόταφο είναι εντελώς ανίσχυρες μπροστά στο μακάβρια ειρωνικό πείσμα της μοίρας. Ασχημούλης ζωγράφος ανίκανος να πειράξει μυρμήγκι ο πρώτος, σκοτεινά ελκυστικός πληρωμένος φονιάς χωρίς συνείδηση ο δεύτερος: και οι δυο έχουν στερηθεί αγαπημένα πρόσωπα με τρόπο βίαιο όσο και άδικο και κατατρύχονται από το χαίνον τραύμα της απώλειας. Αν και εύκολα υποψιάζεται κανείς τον κοινό παρονομαστή των δραμάτων τους, χάρη στο φιλοσοφικό υπόβαθρο της πλοκής το κατά βάση χιτσκοκικό τέχνασμα αποκτά διάσταση γνήσια τραγική, με την αριστοτελική έννοια του όρου. "Αθώοι" και απροκατάληπτοι ο ένας απέναντι στον άλλον ως τη στιγμή της αποτρόπαιης αλήθειας, ο Wells και ο Ray καταδικάζονται να αλληλοεξοντωθούν πάνω που ξαναρχίζουν να νιώθουν κάτι παραπέρα απ' το πένθος, να βρίσκουν νόημα στην ύπαρξή τους μέσα από μια αναπάντεχη συμπάθεια, αν όχι φιλία - ακούσιοι θύτες των πεπρωμένων τους είτε έρμαια μιας αδέκαστης νέμεσης, απ' την οποία δεν τους μέλλεται να λυτρωθούν εάν δεν εκπληρώσουν τις επιταγές της κατά γράμμα. Το εντυπωσιακά φροντισμένο "παρθενικό" σενάριο του Michael J. Kospiah υπηρετείται μαστορικά από τη σφύζουσα, αεροστεγή σκηνοθεσία του Dru Brown (Side Effects, Sleeper) και τα εξπρεσιονιστικά πλάνα του Dan Macarthur (Η Μεγαλύτερη Πλημμύρα της Αυστραλίας, Θύμα Απάτης), που με τα απύθμενα μπλε και τα "εξωγήινα" φωσφορικά τους μοβ θολώνουν τα όρια εφιάλτη και πραγματικότητας, ενώ το πρωταγωνιστικό δίδυμο "τα σπάει" με την ιδιοσυγκρασιακή και φυσιογνωμική του αντίθεση, το συγκλονιστικά αβίαστο παίξιμο και την ευχάριστα αλλόκοτη χημεία του. Το soundtrack του νεαρού πρωτοεμφανιζόμενου Rolf Meyer και του Σουηδού παραγωγού και συνθέτη ηλεκτρονικής μουσικής Johan Bengtsson (γνωστότερου ως Mitch Murder) είναι ακριβώς όσο πρέπει "λακωνικό" και νευρώδες.